Η ατοπική δερματίτιδα, ατοπικό έκζεμα

είναι μια κοινή φλεγμονώδης δερματοπάθεια, χρόνια ή υποτροπιάζουσα, που οφείλεται στην υπεραντιδραστικότητα του δέρματος κατά την επαφή του με αλλεργιογόνες ουσίες. Η λέξη ατοπία περιγράφει την κληρονομική προδιάθεση για διάφορες μορφές αλλεργίας κατά την επαφή με αλλεργιογόνα, αθώα για τα περισσότερα άτομα. Χαρακτηρίζεται κυρίως από εξανθήματα που συχνά καλύπτουν μεγάλο τμήμα του σώματος και συνήθως συνοδεύεται από έντονο κνησμό, ξηρότητα, ερυθρότητα, σκάσιμο, δημιουργία εφεκλίδων και εξιδρώματος.

Ξεκινά από τη βρεφική και παιδική ηλικία και μπορεί να διαρκέσει έως την εφηβεία ή την ενήλικη ζωή. Τα ακριβή αίτια δεν είναι πλήρως γνωστά ,ωστόσο υπάρχουν ενδείξεις πως η ατοπική δερματίτιδα σχετίζεται με γενετική προδιάθεση, με ανοσολογικούς και περιβαλλοντικούς ενώ συνδέεται και με το άσθμα ή την αλλεργική ρινίτιδα.

Στα παιδιά εμφανίζεται κυρίως στο πρόσωπο ενώ στις μεγαλύτερες ηλικίες παρατηρείται σε χέρια και πόδια (γόνατα, αγκώνες, λαιμό, καρπούς, αστραγάλους)

Οι κύριοι τύποι ατοπικής δερματίτιδας, ανάλογα με το σημείο του σώματος που εμφανίζεται και τον τρόπο:

Δερματίτιδα εξ’ επαφής:

εμφανίζονται σημεία φλεγμονής ερυθρότητα, φαγούρα, αίσθημα καψίματος) ,μόλις έρθει σε επαφή με ουσίες που προκαλούν αλλεργική αντίδραση.

Δυσιδρωσικό έκζεμα:

εμφανίζεται κυρίως σε μικρότερες ηλικίες και χαρακτηρίζεται από μικρές φυσαλίδες στα άκρα των χεριών και των ποδιών. Έχει εξάρσεις και υφέσεις και συνδέεται με το στρες.

Νομισματοειδές ή δισκοειδές έκζεμα:

Παρουσιάζεται συνήθως σε άτομα με ξηροδερμία ή ατοπική δερματίτιδα και χαρακτηρίζεται από στρογγυλές, ερυθρές πλάκες που είναι σαφώς περιγεγραμμένες. Εμφανίζεται κυρίως στα άνω άκρα και στο θώρακα και συνοδεύεται από έντονο κνησμό.

Σμηγματορροϊκή δερματίτιδα:

χαρακτηρίζεται από ερυθρό, με απολέπιση δέρμα κυρίως στο τριχωτό της κεφαλής, στο πρόσωπο (βλεφαρίδες, φρύδια) στο μέτωπο, πίσω από τα αυτιά, στο στέρνο, στην πλάτη και στις μασχάλες. Επιδεινώνεται με την εφίδρωση.

Η ατοπική δερματίτιδα αντιμετωπίζεται κυρίως με κορτικοειδή, αντισταμινικά και ενυδάτωση. Σε κάθε περίπτωση, η αρμόδια δερματολόγος είναι υπεύθυνη να αποφασίσει την ενδεδειγμένη θεραπευτική αγωγή σε συνεργασία με τον ασθενή. Σε γενικές γραμμές μπορούν να ληφθούν κάποια βασικά μέτρα κατά του εκζέματος: όπου είναι δυνατό, εντοπισμός και αποφυγή ερεθιστικών και αλλεργιογόνων ουσιών, χρήση υποκατάστατων σαπουνιού χωρίς άρωμα, αποφυγή άμεσης επαφής με απορρυπαντικό ρούχων και αποφυγή μαλακτικού, χρήση βαμβακερών υφασμάτων και αποφυγή συνθετικών και μάλλινων, τήρηση ενός καθημερινού προγράμματος περιποίησης και ενυδάτωσης.

Ακολούθησε μας στο Facebook και στο Instagram για περισσότερα νέα σχετικά με την δερματολογία και τις ειδικότητες της δερματολόγου μας.

Προηγούμενο άρθροΥπεριδρωσία
Επόμενο άρθροΨωρίαση